* * *

Στα χρόνια της μεγάλης Επανάστασης του 1821 ζει, σε προχωρημένη πια ηλικία, εβδομήντα περίπου χρόνων, στη Μονή Κεχροβουνίου και την καθαγιάζει με την οσιακή και κατά Χριστόν βιοτή της και την ασκητική παρουσία της η ταπεινή μοναχή Πελαγία η Τηνία (1752 + 28 Απρ. 1834), από το γειτονικό χωριό της Τήνου Κάμπος. Η άσημη και άγνωστη ως τότε Κεχροβουνιώτισσα αδελφή, η ολιγογράμματη και φιλευσεβέστατη και πλούσια σε πνευματικά χαρίσματα και ψυχικές αρετές Πελαγία έγινε το σκεύος εκλογής του Κυρίου και με τα θεϊκά και εξαίσια οράματά της οδήγησε στην ανεύρεση, κατά θαυματουργικό τρόπο, της Πάνσεπτης Εικόνας της Μεγαλόχαρης Θεομήτορος, που κατέστησε την Τήνο νέα Ιερουσαλήμ και κολυμβήθρα αναβαπτισμού στα νάματα της Ορθοδοξίας των απανταχού γης Χριστιανών.
Μητροπολίτης τότε του νησιού ήταν ο ενάρετος και φιλόθεος θυηπόλος Γαβριήλ Συλιβός από την Κρήτη (1810 – 1830), πρώην ηγούμενος της περίπτυστης Μονής της Παναγίας της Καμαριώτισσας στη Χάλκη της Βασιλεύουσας, επί των ημερών του οποίου (Νοέμ. 1810) η Αρχιεπισκοπή Τήνου προβιβάστηκε σε Μητρόπολη. Με έκπληξη και φόβο Θεού η ταπεινή Πελαγία αφηγήθηκε στον πνευματικό ποιμένα του νησιού Γαβριήλ τις αλλεπάλληλες θεϊκές οπτασίες και τα σημαδιακά ονείρατά της.
Οι πρώτες μα και οι δεύτερες προσπάθειες, με την πρόθυμη συνδρομή όλων των Τηνιακών της Χώρας καθώς και των γύρω χωριών, στον υποδειχθέντα από την ίδια τη Θεομήτορα αγρό του Αντώνη Δοξαρά, δεν κατέληξαν στο ποθητό αποτέλεσμα για την ανεύρεση του Ιερού κειμηλίου. Αποκαλύφθηκαν όμως, κατά τις ανασκαφές, τα θεμέλια παλαιού βυζαντινού ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, όπως επιβεβαιώθηκε από επιγραφικές μαρτυρίες και από άλλα ιερά σκεύη και αντικείμενα που βρέθηκαν στο χώρο. Ο ναός αυτός, κατά την παράδοση, πυρπολήθηκε από τους Σαρακηνούς σε κάποια πειρατική επιδρομή τους.
Ο αγαθός ποιμένας Γαβριήλ υπέδειξε τότε, με την ιστορική εγκύκλιό του προς το λαό της Τήνου, της 28ης Νοεμβρίου 1822, μιας και δεν βρέθηκε η Εικόνα της Παναγίας, την ανέγερση νέου ναού στον τόπο εκείνο, αφιερωμένου στη Θεοτόκο.
Στις 30 Ιανουαρίου του 1823, ανήμερα των Τριών Ιεραρχών, των μεγάλων προστατών και κηδεμόνων της Παιδείας και των Γραμμάτων, ενώ συνεχιζόταν εντατικά οι εργασίες οικοδόμησης του ναού της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής, η σκαπάνη του Εμμ. Μάτσα ή Σπανού από το Φαλατάδο, προσέκρουσε σε κάποιο αντικείμενο από ξύλο, όπως φάνηκε από το χαρακτηριστικό ήχο που ακούστηκε. Πήρε το ξύλο στα χέρια του, με ευλάβεια και πίστη αλλά και με περιέργεια, ο ανυποψίαστος χωρικός, το καθάρισε με το νερό του παρακείμενου πηγαδιού, που και αυτό θαυματουργικά ανέβλυσε, και γεμάτος έκπληξη και έκσταση είδε εικονιζόμενο πάνω στο παμπάλαιο ξύλο τον Αρχάγγελο Γαβριήλ με τον κρίνο. Η άδολη καρδιά του αναγάλλιασε τότε και σαν αστραπή αναδεύτηκαν στη σκέψη του τα θεία οράματα της Κεχροβουνιώτισσας Πελαγίας. Ρίγη συγκίνησης συγκλόνισαν το σώμα του και τάραξαν την ψυχή του. Δεν άργησε, στη συνέχεια, να βρεθεί, μέσα στα σπλάχνα της Τηνιακής γης, στα ερείπια της εκκλησίας του Προδρόμου, και το άλλο, το δεξιό, κομμάτι της εικόνας, με τη Θεοτόκο ένθρονη.
Έκπληκτοι, με δέος και ευλάβεια, οι απλοϊκοί εργάτες του αγρού του Δοξαρά αντίκρισαν μπροστά τους τη σεπτή Εικόνα της Ευαγγελιστρίας, τον πολύτιμο θησαυρό, που επί αιώνες – ποιος ξέρει πόσους ! – με περισσή στοργή και αγάπη φύλασσε μέσα της και έκρυβε η Τηνιακή γη. Αυθόρμητα τότε τα τρεμάμενα χείλη τους σιγοψιθύρισαν το χαρμόσυνο μήνυμα του Γαβριήλ: «Ευαγγελίζου, γη, χαράν μεγάλην». Τα προφητικά οράματα και συνταρακτικά ενύπνια της μοναχής Πελαγίας είχαν πέρα για πέρα εκπληρωθεί και επαληθευτεί.
Αστραπιαία διέδραμε ολόκληρο το νησί η ευφρόσυνη είδηση και πλημμύρισε με χαρά, ελπίδα και πίστη θεϊκή τις ψυχές των Τηνιακών, μα και με ευγνωμοσύνη, που η Μητέρα του Θεού, η κραταιή Υπέρμαχος και φιλόστοργη και ευσπλαχνική Μάνα όλων των Χριστιανών, διάλεξε το νησί τους, το φτωχικό και άνικμο αλλά μοσκοβολισμένο από τις αιγαιοπελαγίτικες αύρες, για να στήσει εκεί τον περίδοξο θρόνο της.
Τρεις μέρες αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου του 1823, έγινε για πρώτη φορά λιτάνευση της χαριτόβρυτης Εικόνας της Ευαγγελιστρίας στα στενά, σιωπηλά, γραφικά και φρεσκοασπρισμένα σοκάκια της πόλης, με πάνδημη συμμετοχή του Τηνιακού λαού, μέσα σε κατανυκτική ατμόσφαιρα ψαλμωδιών και προσευχών και στις ευωδιές και στους καπνούς του λιβανωτού και του μοσχοθυμίατος.
Η γεραρή και ιστορική Μάνδρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Κεχροβουνίου Τήνου αισθάνθηκε τότε και αισθάνεται και σήμερα ιδιαίτερα τιμητικό τον κλήρο και την ευθύνη, που με τα ενθεαστικά μηνύματα της Θεομήτορος προς τη μοναχή Πελαγία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αποκάλυψη και εμφάνεια του κεκρυμμένου θησαυρού της Άχραντης Εικόνας της Ευαγγελίστριας.
Η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, η ¨Εκκλησία των του Χριστού πενήτων¨, με την από 11 Σεπτεμβρίου 1970 επίσημη Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη της, κατέταξε την οσιακή μορφή της Κεχροβουνιώτισσας Πελαγίας μεταξύ των Αγίων, η οποία, μαζί με την Κυρία των Αγγέλων, είναι σήμερα η μεγάλη προστάτις και φύλακας θεόσταλτος της Μονής. Η μνήμη της εορτάζεται με μεγάλη λαμπρότητα, τόσο στη Μονή όσο και στην πόλη, στις 23 Ιουλίου, επέτειο του οράματός της:
¨…Διό και θεσπίζομεν συνοδικώς και διοριζόμεθα και εν Αγίω διακελευόμεθα Πνεύματι όπως από του νυν και εις το εξής εις αιώνα τον άπαντα η αοίδιμος μοναχή Πελαγία, η εν τη Ιερά Μονή Κεχροβουνίου Τήνου ασκητικώς διαλάμψασα και σκεύος εκλεκτόν της Θείας Βουλήσεως αναδειχθείσα και υπουργήσασα εν τη ανευρέσει της υπό την γην της νήσου Τήνου κεκρυμμένης Ιεράς Εικόνος της Θεομήτορος, συναριθμήται ταις οσίαις και αγίαις της Εκκλησίας, τιμωμένη παρά των πιστών και ύμνοις εγκωμίων γεραιρωμένη τη κγ’ του μηνός Ιουλίου, ημέρα καθ’ ην η Οσία εν οράματι είδε τη Υπεραγίαν Θεοτόκον, υποδεικνύσαν αυτή τον τόπον παλαιού χριστιανικού ναού, υφ’ ου τα ερείπια έκειτο η Ιερά Εικών…¨
Στη Μονή Κεχροβουνίου Τήνου, στο νεόδμητο και καλλιμάρμαρο φερώνυμο Ναό της Αγίας Πελαγίας, φυλάσσεται ως θησαυρός πολυτίμητος και ακριβός η σεπτή κάρα της. Διατηρείται επίσης, φιλόκαλα και παραδοσιακά ανακαινισμένο, το κελλί της Αγίας, τόπος ευλαβικού προσκυνήματος των πολυπληθών επισκεπτών του μοναστηριού.

* * *

TOP

Στα χρόνια του Όθωνα και της Βαυαροκρατίας, με τα αντεκκλησιαστικά διατάγματα του 1833 και 1834, για τη διάλυση των μονών, και κυρίως των γυναικείων, και τη δήμευση των περιουσιών τους, η ιστορική Μονή Κεχροβουνίου κινδύνευσε να αφανισθεί. Με τη σθεναρή όμως αντίσταση και αντίδραση των μοναζουσών, του λαού της Τήνου και των Χριστιανών ευρύτερα, και με τη βοήθεια του Τήνιου πολιτευτή Κάρολου Αντ. Νάζου (1811 – 1878), αδελφού της Κεχροβουνιώτισσας μοναχής Φιλοξενίας Νάζου, με ειδικό Βασιλικό Διάταγμα εξαιρέθηκε η Μονή από τη διάλυση και σώθηκε.
Στην Οθωμανική ατή περίοδο δεσπόζει και κυριαρχεί η επιβλητική και ασκητική μορφή της Ηγουμένης Καταφυγής Μαρκοπούλου, η οποία αντιστάθηκε πάντοτε ερρωμένα και με επιτυχία σε κάθε αυθαίρετη επέμβαση της Πολιτείας που θα εξέτρεπε τη Μονή από τον ιερό σκοπό της και τη θεοχάρακτη πορεία της.
Για την κατάσταση της Μονής στο β’ μισό του ΙΘ’ αιώνα, στα 1870, ο ιστορικός της Τήνου Ν. Δρόσος υποσημειώνει χαρακτηριστικά: «Εν τη Μονή ταύτη, εις μνήμην της Κοιμήσεως της Παναγίας τιμωμένη, ήτις κείται επί της κορυφής όρους τινός, απέχοντος ολιγώτερον της ώρας από την σημερινήν πρωτεύουσαν της νήσου, ενδιαιτώνται περί τας ογδοήκοντα καλογραίας, εκ των εργοχείρων των μόνον, ήτοι καλτζών, χειροκτίων, μπολιών και μεταξωτών διατηρουμένας. Επειδή δε ανεπαρκείς είναι ο πόρος ούτος, οι Χριστιανοί σπεύδουν εις συνδρομήν των, καθότι απέκτησαν ανέκαθεν και εισέτι διατηρούν παραδειγματικήν υπόληψιν ένεκα της αυστηράς, εντίμου και θεοσεβούς διαγωγής των».
Η Μονή, ως πνευματικός φάρος και μαγνητικός πόλος, προσείλκυσε κατά καιρούς επιφανείς προσωπικότητες της Εκκλησίας και των Γραμμάτων για ταπεινό προσκύνημα και πνευματική αναψυχή. Περιοριζόμαστε μόνο σε κάποιες χαρακτηριστικές αναφορές.
Ο ένας από τους δύο Σκιαθίτες Αλέξανδρους, τους αγίους των νεοελληνικών μας Γραμμάτων, ο Αλέξανδρος και μετέπειτα μοναχός Ανδρόνικος Μωραϊτίδης, πρωτεξάδελφος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, είχε κατ’ επανάληψη επισκεφθεί τη Μονή, με την οποίαν ο δεσμός του υπήρξε στενός.
Το 1883 ο γνωστός μας γλυκύς ποιητής και πεζογράφος Γεώργιος Δροσίνης (1859 -1951) έρχεται ευλαβικός προσκυνητής και επισκέπτης στη Μονή. Τις εντυπώσεις του παρουσιάζει με τρόπο χαριτωμένο, λυρικό και γλαφυρό στο σύντομο αφηγηματικό του δοκίμιο «Τρεις ημέραι εν Τήνω».
«Ως ακρόπολις δεσπόζουσα της πόλεως, επί της ράχεως υψηλού και ενιαχού αποκρύμνου βουνού, κείται η εν Τήνω πασίγνωστος μονή των γυναικών. Ένεκα της περιφανούς δε θέσεως και του θελκτικού μυστηρίου, όπερ εγκλείει αυτή η ιδέα γυναικείου μοναστηρίου, οι πλείστοι των επισκεπτωμένων την νήσον εννοούσι ν’ ανέλθωσι και προς την μονήν μεθ’ όλον το δυσβάστακτον και επίπονον της ανωφερούς οδού.
Πρέπει όμως να έχη τις πλουσίαν συλλογήν υποδημάτων ίν’ αναβή πεζή δια του κατ’ ευφημισμόν λεγομένου δρόμου, ή τουλάχιστον τόσον τραχέα τα πέλματα των ποδών, ώστε, αναλαμβάνων εν τη χειρί τα υποδήματα, να περιπατή γυμνόπους επί κοπτερών λίθων. Ευτυχώς δια τους μη έχοντας ουδέτερον των προσόντων τούτων υπάρχουσι διαθέσιμοι οι ημίονοι της Τήνου»…
«Επί της εξωτερικής πύλης του μοναστηρίου εζωγραφισμένη η Παναγία τείνει φιλοξένως την μητρικήν αγκάλην προς τους προσερχόμενους υπό την σκέπην αυτής»…
«- Πόσαι είναι αι καλογραίαι; ερωτώ. – Εκατόν δέκα»…
« Η εκκλησιαστική μουσική είναι κ’ ενταύθα η αυτή μονότονος και κλαυθμηρά, αλλ’ εις τα χείλη νεαρών γυναικών προσηρμοσμένη προσκτάται γλυκειάν τινά μελωδίαν, ενίοτε δ’ ανέρχεται και μέχρι των φθόγγων υψίστης περιπαθείας. Ιδίως, οπόταν από των συντετριμμένων εκείνων ψυχών πτερυγίζει ως ταπεινοτάτη προς τον Θεόν επίκλησις χάριτος το τρομώδες και εις αναστεναγμόν απολήγον ¨Κύριε ελέησον¨, η επίκλησις εκείνη φαίνεται τοσούτω σπαρακτικώς ειλικρινής, ώστε αισθάνεταί τις σχεδόν τα δάκρυα ανερχόμενα εις τους οφθαλμούς…»
Μνημονεύομε, τιμής και σεβασμού χάριν, ανάμεσα και σε πολλές άλλες, τις άξιες, ασκητικές και πνευματικότατες Γερόντισσες της Μονής, Θεοδοσία Καρδίτση (+ 26 Ιουλ. 1933), Ευπραξία Βασιλικού (+ 19 Ιαν. 1982), προηγουμένη Θεοκλήτη Παπαδάκη.

* * *

TOP

Σήμερα η Ιερά και ιστορική Μονή Κεχροβουνίου Τήνου, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η επιλεγόμενη της Κυρίας των Αγγέλων, υπό την κραταιά και απροσμάχητη σκέπη της Μεγαλόχαρης και την άγρυπνη φυλακή και φρούρηση της Αγίας Πελαγίας, αλλά και υπό την εμπνευσμένη πνευματική καθοδήγηση και επιστασία της Καθηγουμένης της, οσιολογιώτατης Μοναχής Ιουλιανής Ρηγοπούλου, συνεχίζει και εκπροσωπεί αταλάντευτα δια μέσου των αιώνων, για 800 και περισσότερα χρόνια, τη γνήσια ορθόδοξη μοναστική και εκκλησιαστική παράδοση και μαρτυρία.
Προσφέρεται ως ιδανικό καταφύγιο ψυχικής ξεκούρασης και ανάτασης στον καταπονημένο και ταλαιπωρημένο από την κοσμική ζάλη, καθημερινή τύρβη και βιοτικό άγχος πιστό Χριστιανό. Αποτελεί πράγματι για τον κάθε άνθρωπο μια μυροβόλο όαση πνευματικής δροσιάς και αναψυχής μέσα στην αιχμηρή έρημο και τον ανελέητο αγώνα της ζωής, έναν γαλήνιο όρμο, παρά τ’ αγριοκαίρια, το χιονόβροχο και τους ανέμους που τη δέρνουν, και ένα απάνεμο αγκυροβόλιο μέσα στην πολυκύμαντη θάλασσα των βιοτικών παθών και μεριμνών, «λιμένα εν ταις ζάλαις, εν ταις λύπαις χαράν και ευφροσύνην… και εν τοις κινδύνοις ρύστην και προστάτην εν τοις πειρατηρίοις».

BACK
HOME
Contact us

Copyright © 2003 Vincenzo Travel Agency. All rights reserved.
Francois Web design